29 Μαϊου 1453: Σαν σήμερα έγινε η Άλωση της Κωνσταντινούπολης. Τα οθωμανικά στρατεύματα υπό τον σουλτάνο Μωάμεθ Β’ καταλαμβάνουν την Κωνσταντινούπολη μετά από πολιορκία 53 ημερών, δίνοντας τέλος στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Η πολιορκία διήρκεσε από τις 6 Απριλίου έως την Τρίτη, 29 Μαϊου 1453.
Το Βυζάντιο ήταν ήδη εξασθενημένο και διαιρεμένο τους τελευταίους δύο αιώνες, σκιά της παλιάς Αυτοκρατορίας. Η Άλωση του 1204 από τους Σταυροφόρους και αργότερα, μετά την επανάκτησή της το 1261, οι πολιτικές και θρησκευτικές έριδες, η αδυναμία βοήθειας από την Δύση, η άσχημη οικονομική κατάσταση και η φυγή ανθρώπινου δυναμικού, οδήγησαν στη σταδιακή εξασθένηση και συρρίκνωση. Η κατάληψη της Καλλίπολης το 1354 από τους Οθωμανούς, η οποία έφερε ορδές φανατικών μουσουλμάνων πολεμιστών στην Ευρώπη, σταδιακά κύκλωσε εδαφικά το Βυζάντιο, το οποίο έγινε το 1373 φόρου υποτελής στον Οθωμανό σουλτάνο. Έτσι, η Άλωση ήλθε ως φυσικό αποτέλεσμα και της αδιάκοπης επέκτασης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στην ευρύτερη περιοχή.
Η Βυζαντινή Αυτοκρατορία μόνο κατ’ όνομα υπήρχε τις παραμονές της Άλωσης. Ήταν περιορισμένη, κυρίως, στην περιοχή γύρω από την Κωνσταντινούπολη και σε κάποιες σκόρπιες περιοχές, όπως το Δεσποτάτο του Μυστρά. Οι θρησκευτικές έριδες, οι εμφύλιες διαμάχες, οι σταυροφορίες, η επικράτηση του φεουδαρχισμού και η εμφάνιση πολλών και επικίνδυνων εχθρών στα σύνορά της είχαν καταστήσει την πάλαι ποτέ Αυτοκρατορία ένα «φάντασμα» του ένδοξου παρελθόντος της.
Η ηρωική αντίσταση του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου και μερικών χιλιάδων πολεμιστών δεν ήταν ικανή να σώσει την Βασιλεύουσα, για μια ακόμη φορά από μια εχθρική πολιορκία.
Το Βυζάντιο σ’ εκείνη την κρίσιμη στιγμή της ιστορίας του με την οθωμανική λαίλαπα προ των πυλών του, δεν μπορούσε να ελπίζει παρά μόνο στη βοήθεια της καθολικής Ευρώπης, η οποία όμως ήταν μισητή στους κατοίκους της Κωνσταντινούλης. Η ύπαρξη «Ενωτικών» και «Ανθενωτικών» δίχαζε τους Βυζαντινούς.
Ωστόσο, ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος έκανε μία απέλπιδα προσπάθεια, στέλνοντας πρεσβεία στον πάπα Νικόλαο Ε’ για να ζητήσει βοήθεια. Ο Πάπας έβαλε και πάλι ως όρο την Ένωση των Εκκλησιών, αλλά αποδέχθηκε το αίτημα του αυτοκράτορα να στείλει στην Κωνσταντινούπολη ιερείς, προκειμένου να πείσουν τον λαό για την αναγκαιότητα της Ένωσης.
Οι απεσταλμένοι του Πάπα, καρδινάλιος Ισίδωρος και ο αρχιεπίσκοπος Μυτιλήνης Λεονάρδος, λειτούργησαν στην Αγία Σοφία, προκαλώντας την αντίδραση του κόσμου, που ξεχύθηκε στους δρόμους και γέμισε τις εκκλησίες, όπου λειτουργούσαν οι ανθενωτικοί με επικεφαλής τον μετέπειτα πατριάρχη Γεννάδιο Σχολάριο. Το σύνθημα που κυριαρχούσε ήταν «Την γαρ Λατίνων ούτε βοήθειαν ούτε την ένωσιν χρήζομεν. Απέστω αφ’ ημών η των αζύμων λατρεία».
Το μίσος για τους Λατίνους δεν απέρρεε μόνο από δογματικούς λόγους. Η λαϊκή ψυχή δεν είχε ξεχάσει τη βαρβαρότητα που επέδειξαν οι Σταυροφόροι στην Πρώτη Άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1204, ενώ αντιδρούσε στην οικονομική διείσδυση της Βενετίας και της Γένουας, που είχε φέρει στα πρόθυρα εξαθλίωσης τους κατοίκους της Αυτοκρατορίας, αλλά και στην καταπίεση των ορθοδόξων στις περιοχές, όπου κυριαρχούσαν οι καθολικοί.
Ο τελευταίος αυτοκράτορας της βυζαντινής αυτοκρατορίας, Κωνσταντίνος Παλαιολόγος
Αντίθετα, οι Οθωμανοί φαίνεται ότι συμπεριφέρονταν καλύτερα προς τους χριστιανούς. Πολλοί χριστιανοί είχαν υψηλές θέσεις στην οθωμανική διοίκηση, ακόμη και στο στράτευμα, ενώ κυριαρχούσαν στο εμπόριο. Οι χωρικοί πλήρωναν λιγότερους φόρους και ζούσαν με ασφάλεια. Έτσι, στην Κωνσταντινούπολη είχε σχηματισθεί μία μερίδα που διέκειτο ευνοϊκά προς τους Οθωμανούς. Την παράταξη αυτή εξέφραζε ο Λουκάς Νοταράς με τη φράση «Κρειττότερον εστίν ειδέναι εν μέση τη πόλει φακιόλιον βασιλεύον Τούρκων ή καλύπτραν λατινικήν».
Πριν την πολιορκία
Στις 31 Οκτωβρίου 1448, πέθανε ο βυζαντινός αυτοκράτορας Ιωάννης Η΄ Παλαιολόγος και καθώς δεν είχε παιδιά, τον διαδέχθηκε ο αδελφός του Κωνσταντίνος ΙΑ΄
Παλαιολόγος ο Δραγάτζης (το οικογενειακό επώνυμο της μητέρας του), ο οποίος ως τότε ήταν δεσπότης στην Πελοπόννησο.
Η στέψη του νέου αυτοκράτορα έγινε στον Μυστρά στις 6 Ιανουαρίου 1449 και δυο μήνες αργότερα έγινε η υποδοχή του στην Κωνσταντινούπολη.
Ο Κωνσταντίνος ΙΑ΄ είχε πολλά προσόντα. Στο διάστημα της ηγεμονίας του στον Μοριά, είχε αναπτύξει σημαντική δράση. Βασικό μέλημά του ήταν ο προσεταιρισμός των βαλκανικών δυνάμεων. Ήδη είχε αποκαταστήσει καλές σχέσεις με τη Δημοκρατία της Ραγούζας (σημ. Ντουμπρόβνικ) και είχε αποκαταστήσει τις σχέσεις του με τη Βενετία.
Πίστευε ότι οι Οθωμανοί μπορούν να αντιμετωπιστούν. Ωστόσο, η εποχή που ανέβηκε στον θρόνο του Βυζαντίου, ήταν δύσκολη και κρίσιμη.
Παράλληλα, τον Φεβρουάριο του 1451, πέθανε ο σουλτάνος Μουράτ Β΄ και τον διαδέχθηκε ο γιος του Μωάμεθ Β΄ που ήταν μόλις 19 ετών.
Ο Μωάμεθ Β΄, είχε ανέβει στον σουλτανικό θρόνο σε ηλικία 13 ετών, το 1444, όταν παραιτήθηκε ο πατέρας του μετά τη νίκη του στη μάχη της Βάρνας το 1444, η οποία ουσιαστικά έπεισε ολόκληρο τον χριστιανικό κόσμο ότι δεν θα μπορούσε να ανακόψει την προέλαση των Οθωμανών στην Ευρώπη.
Από τις αρχές του 1445 ο Μωάμεθ μαζί με ορισμένους επιτελείς του, άρχισε να προγραμματίζει μεγάλη επίθεση εναντίον της Κωνσταντινούπολης. Τότε όμως ο μεγάλος βεζίρης Χαλίλ τον ανέτρεψε με πραξικόπημα και επανέφερε τον Μουράτ στον θρόνο.
Στη δεύτερη “θητεία” του Μωάμεθ Β΄, υπήρχαν κάποια σημεία αστάθειας στο οθωμανικό κράτος. Ιδιαίτερα στο ανατολικό τμήμα του, όπου ο εμίρης της Καραμανίας Karaman-oglu(Καραμάνογλου), έδειχνε αποσχιστικές τάσεις.
Αρχικά ο Μωάμεθ έδειξε σημάδια υποχωρητικότητας και διαλλακτικότητας με το Βυζάντιο και τις χριστιανικές χώρες. Την άνοιξη του 1451 κινήθηκε εναντίον του Καραμάνογλου ο οποίος αναγκάστηκε να ζητήσει ειρήνη.
Τότε οι Βυζαντινοί έκαναν ένα μοιραίο λάθος. Έστειλαν πρεσβεία στον Μωάμεθ, ζητώντας περισσότερα χρήματα, διπλάσια συγκεκριμένα, για τις δαπάνες “φύλαξης” του Οθωμανού πρίγκιπα Ορχάν, ο οποίος ήταν μέλος της οθωμανικής δυναστείας που ζούσε στην Κωνσταντινούπολη και αποτελούσε κίνδυνο για τον Μωάμεθ Β΄, καθώς θα μπορούσε να διεκδικήσει τον θρόνο με τη βοήθεια των Βυζαντινών, όπως είχε γίνει και 30 χρόνια πριν με τον Μουσταφά, γιο του Βαγιαζήτ Α΄.
Ο Χαλίλ, “φίλος των Ρωμαίων”, εξοργίστηκε. Αντίθετα ο σουλτάνος, δέχτηκε τη βυζαντινή πρεσβεία με προσποιητή κατανόηση και απάντησε ότι θα αποφασίσει για το αίτημα των Βυζαντινών αργότερα.
Αφού πήγε στην Προὐσα, όπου αντιμετώπισε με επιτυχία μια ανταρσία των γενίτσαρων, επέστρεψε στην, τότε, πρωτεύουσά του, την Αδριανούπολη.
Η άστοχη ενέργεια των Βυζαντινών που αναφέραμε, αποτέλεσε την αφορμή για να πάρει ο Μωάμεθ τις τελικές του αποφάσεις. Διέταξε να σταματήσει η χορηγία για τον Ορχάν και άρχισε νυχθημερόν να καταστρώνει σχέδια για την κατάκτηση της Κωνσταντινούπολης. Ως πρώτο βήμα αποφάσισε την οικοδόμηση μεγάλου κάστρου στο Βόσπορο.
Η οικοδόμηση του κάστρου άρχισε τον Μάρτιο του 1452 και είχε για τους Οθωμανούς πανηγυρικό χαρακτήρα. Χτίστηκε στο στενότερο σημείο του Βόσπορου, στην τοποθεσία Ασώματος, εκεί όπου παλαιότερα υπήρχε η εκκλησία του Αρχάγγελου Μιχαήλ. Εκεί συγκεντρώθηκαν χιλιάδες χτίστες και υλικά που μεταφέρθηκαν από την Ανατολή.
Οι κάτοικοι της Κωνσταντινούπολης κατάλαβαν ότι είχε αρχίσει και έσφιγγε ο κλοιός απελπιστικά γύρω απ’ αυτούς. Κάποιοι προσπάθησαν να εμποδίσουν την οικοδόμηση του κάστρου, αλλά σκοτώθηκαν από τους Οθωμανούς. Πρεσβεία που έστειλε ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, επέστρεψε άπρακτη. Άλλοι Τούρκοι, έκαναν επιθέσεις στους Βυζαντινούς αγρότες της Σηλυβρίας.
Ο αυτοκράτορας έκλεισε τις πύλες της πόλης. Στο τέλος Αυγούστου το χτίσιμο του κάστρου είχε ολοκληρωθεί. Bogaz-Kesen το ονόμασε ο Μωάμεθ. Bogaz σημαίνει πορθμός (πβ. μπουγάζι = στενό θαλάσσιο πέρασμα, πορθμός) αλλά και λαιμός. Kesen, σημαίνει κοπτήρας, συνεπώς Bogaz-Kesen θα μπορούσε να αποδοθεί ως “λαιμοκοπίη”. Το κάστρο αυτό, γνωστό σήμερα ως Rumili-hisar (“Κάστρο της Δύσης”), οι Βυζαντινοί το ονόμασαν Νεόκαστρο.
Από τις αρχές του 1453 ο Μωάμεθ προετοιμαζόταν για την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης. Με έδρα την Ανδριανούπολη συγκρότησε στρατό 150.000 ανδρών και ναυτικό 400 πλοίων. Ξεχώριζε το πυροβολικό του, που ήταν ό,τι πιο σύγχρονο για εκείνη την εποχή και ιδιαίτερα το τεράστιο πολιορκητικό κανόνι, που είχαν φτιάξει Σάξωνες τεχνίτες. Στις 7 Απριλίου, ο σουλτάνος έστησε τη σκηνή του μπροστά από την Πύλη του Αγίου Ρωμανού και κήρυξε επίσημα την πολιορκία της Κωνσταντινούπολης.
Ο αγώνας ήταν άνισος για τους Βυζαντινούς, που είχαν να αντιπαρατάξουν μόλις 7.000 άνδρες, οι 2.000 από τους οποίους μισθοφόροι, κυρίως Ενετοί και Γενουάτες, ενώ στην Πόλη είχαν απομείνει περίπου 50.000 κάτοικοι με προβλήματα επισιτισμού.
Η Βασιλεύουσα περιβαλλόταν από ξηράς με διπλό τείχος και τάφρο. Το τείχος αυτό, που επί 1000 χρόνια είχε βοηθήσει την Κωνσταντινούπολη να αποκρούσει νικηφόρα όλες τις επιθέσεις των εχθρών της, τώρα ήταν έρμαιο του πυροβολικού του σουλτάνου, που από τις 12 Απριλίου άρχισε καθημερινούς κανονιοβολισμούς.
Οι Τούρκοι προσπάθησαν πολλές φορές να σπάσουν την αλυσίδα που έφραζε τον Κεράτιο κόλπο και προστάτευε την ανατολική πλευρά της Κωνσταντινούπολης. Στις 20 Απριλίου ένας στολίσκος με εφόδια υπό τον πλοίαρχο Φλαντανελλά κατορθώνει να διασπάσει τον τουρκικό κλοιό μετά από φοβερή ναυμαχία και να εισέλθει στον Κεράτιο, αναπτερώνοντας τις ελπίδες των πολιορκούμενων.
Ο Μωάμεθ κατάλαβε αμέσως ότι μόνο το πυροβολικό του δεν έφθανε για την εκπόρθηση της Πόλης, εφόσον παρέμεινε απρόσβλητος ο Κεράτιος. Με τη βοήθεια ενός ιταλού μηχανικού κατασκεύασε δίολκο και τη νύχτα της 21ης προς την 22α Απριλίου, περίπου 70 πλοία σύρθηκαν από τον Βόσπορο προς τον Κεράτιο. Η κατάσταση για τους πολιορκούμενους έγινε πλέον απελπιστική, καθώς έπρεπε να αποσπάσουν δυνάμεις από τα τείχη για να προστατεύσουν την Πόλη από την πλευρά του Κεράτιου, όπου δεν υπήρχαν τείχη.
Η τελική έφοδος των Οθωμανών έγινε το πρωί της 29ης Μαΐου 1453. Κατά χιλιάδες οι στρατιώτες του Μωάμεθ εφόρμησαν στη σχεδόν ανυπεράσπιστη πόλη και την κατέλαβαν μέσα σε λίγες ώρες. Ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, που νωρίτερα απέκρουσε με υπερηφάνεια τις προτάσεις συνθηκολόγησης του Μωάμεθ, έπεσε ηρωικά μαχόμενος. Αφού έσφαξαν τους υπερασπιστές της Πόλης, οι Οθωμανοί Τούρκοι προέβησαν σε εκτεταμένες λεηλασίες και εξανδραποδισμούς. Το βράδυ, ο Μωάμεθ ο Πορθητής εισήλθε πανηγυρικά στην Αγία Σοφία και προσευχήθηκε στον Αλλάχ «αναβάς επί της Αγίας Τραπέζης», όπως αναφέρουν οι χρονικογράφοι της εποχής.
Ο απολογισμός της άλωσης και όσων την ακολούθησαν ήταν τραγικός. Ο Κριτόβουλος αναφέρει 4.000 νεκρούς και 50.000 αιχμαλώτους. Ο Λεονάρδος της Χίου, κάνει μνεία για 60.000 αιχμαλώτους. Ίσως οι αριθμοί είναι υπερβολικοί, καθώς ο πληθυσμός της Κων/πολης το 1453, ήταν μικρότερος των 50.000. Η αναφορά των Φραγκισκανών μοναχών εκτιμά τους νεκρούς υπερασπιστές και κατοίκους της Πόλης, σε 3.000.
Εάν δει κανείς τον χάρτη της ανατολικής Μεσογείου μία μέρα μόλις πριν την Άλωση, οι Οθωμανοί ήλεγχαν σχεδόν ολόκληρη την σημερινή Τουρκία και ολόκληρα σχεδόν τα Βαλκάνια πλην της Πελοποννήσου
Το χρονικό της πολιορκίας
Έχοντας γράψει τρία άρθρα (ένα το 2016 και δύο το 2017 για την άλωση της Κωνσταντινούπολης), στα οποία αναφερθήκαμε με λεπτομέρειες για τα γεγονότα του 1453 ,προκειμένου να μην επαναλαμβανόμαστε, σκεφθήκαμε να αρκεστούμε σε ένα χρονολόγιο όλων όσων έγιναν από την αρχή της πολιορκίας ως την άλωση, αναφέροντας τα σημαντικότερα γεγονότα. Στις παρενθέσεις υπάρχουν οι συγγραφείς που αποτελούν την πρωτογενή πηγή των πληροφοριών.
2 Απριλίου 1453: Γίνεται ορατό το πρώτο εχθρικό απόσπασμα. Καταστρέφονται οι γέφυρες της τάφρου και κλείνουν οι πύλες της Πόλης (Κριτόβουλος, Κάλλιστος).
Παράλληλα, με μια τεράστια αλυσίδα την οποία εγκατέστησε ο Γενοβέζος μηχανικός Μπαρτολομέο Σαλίνγκο κλείνει η είσοδος του Κεράτιου Κόλπου (Μπάρμπαρο, Λεονάρδος Χίου, Φραντζής, Δούκας).
5 Απριλίου 1453: Οι δυνάμεις των Οθωμανών με επικεφαλής του Μωάμεθ φτάνουν έξω απ’ τη Βασιλεύουσα. Οι υπερασπιστές καταλαμβάνουν τις θέσεις τους στα τείχη της.
6 Απριλίου 1453: Το σούρουπο της μέρας αυτής ξεκινούν οι κανονιοβολισμοί εναντίον της Πόλης. Ο οθωμανικός στόλος (6 τριήρεις, 10 διήρεις, 15 γαλέρες με κουπιά, 75 “φούστες”, πλοία πιο ελαφριά απ’ τις διήρεις και 20 παραντάρια, βαριές μεταφορικές μαούνες με πανιά), με επικεφαλής τον Βούλγαρο εξωμότη Σουλεϊμάν Μπαλτόγλου, επιχειρούν να σπάσουν χωρίς αποτέλεσμα την αλυσίδα του Βοσπόρου (η επίθεση αυτή, ίσως έγινε στις 9 Απριλίου).
12 Απριλίου 1453: Ξεκινά μαζικός βομβαρδισμός των τειχών της Πόλης. Τα κανόνια αποδεικνύοντας δύσχρηστα. Γλιστρούν μέσα στη λάσπη από τις βροχές τ’ Απρίλη ωστόσο οι βολές τους προξενούν ζημιές στα τείχη. Οι υπερασπιστές της Πόλης με επικεφαλής τον Ιουστινιάνη, τις επιδιορθώνουν με αξιοθαύμαστη ταχύτητα. Νέα προσπάθεια του οθωμανικού στόλου να σπάσει την αλυσίδα του Κεράτιου, αποτυγχάνει. Ο Μωάμεθ νιώθει ταπεινωμένος και διατάζει να βελτιωθούν οι βλητικές ικανότητες των κανονιών.
18 Απριλίου 1453: Μαζική επίθεση εναντίον της Πόλης αποτυγχάνει. Μετά από τετράωρη μάχη, οι πολιορκητές αποχωρούν αφήνοντας πίσω τους 200 νεκρούς. Κανένας Χριστιανός δεν έπαθε τίποτα. (Μπάρμπαρο, Κριτόβουλος)
20 Απριλίου 1453: Τρεις γενοβέζικες γαλέρες, με όπλα και προμήθειες, σταλμένες από τον Πάπα πλησιάζουν την Προποντίδα. Μαζί τους ενώνεται και αυτοκρατορικό πλοίο με επικεφαλής τον Φλαντανελά. Οι Τούρκοι τα αντιλαμβάνονται και κινούνται εναντίον τους. Μετά από μια συγκλονιστική ναυμαχία, τα πλοία φτάνουν ασφαλή στο αγκυροβόλιο του Κεράτιου. Ο Μπαλτόγλου τραυματισμένος σοβαρά στο μάτι, καθαιρείται, ραβδίζεται και περνά στη φτώχεια και την αφάνεια την υπόλοιπη ζωή του (Μπάρμπαρο, Κριτόβουλος, Δούκας).
21 Απριλίου 1453: Νέος βομβαρδισμός των τειχών της Πόλης. Με οδηγίες κάποιου Γενοβέζου, εμπνευσμένου προφανώς από το ανάλογο κατόρθωμα του Κρητικού ναύαρχου Νικόλαου Σόρβολου (ή Καραβίτη), ο οποίος το 1439 πέρασε βενετικά πλοία από τον ποταμό Αδίγη, στη λίμνη Γκάρντα, μια διαδρομή 17 χλμ. σε χιονισμένο ορεινό αυχένα, ο Μωάμεθ διατάσσει την κατασκευή δρόμου στην ξηρά (μιμούμενος τον Δίολκο στην αρχαία Κόρινθο), για να οδηγηθούν τα πλοία του στον Κεράτιο. Ο δρόμος φτιάχνεται αυθημερόν και τα ξημερώματα της 22ας Απριλίου, περίπου 70 τουρκικά πλοία φτάνουν στον Κεράτιο, κοντά στην Κοιλάδα των Πηγών. Οι εμβρόντητοι πολιορκημένοι συνεδριάζουν για το πώς θ’ αντιμετωπίσουν τη νέα κατάσταση .
28 Απριλίου 1453: Βυζαντινά πλοία ξεκινούν για να πυρπολήσουν τον οθωμανικό στόλο. Επικεφαλής τους ήταν ο Τζιάκομο Κόκο, ο Βενετός πλοίαρχος Τρεβιζάνο και ο υπαρχηγός του Ζαχαρία Γκριόνι. Η ολιγοήμερη καθυστέρηση της επιχείρησης, οδηγεί στην προδοσία της από κάποιον Γενοβέζο. Η προσπάθεια αποτυγχάνει .40 Χριστιανοί ναύτες συλλαμβάνονται από τους Οθωμανούς και σφαγιάζονται. Σε αντίποινα, 260 Τούρκοι αιχμάλωτοι, αποκεφαλίζονται πάνω στα τείχη.
Αρχές Μαΐου 1453: Απογοήτευση επικρατεί στους υπερασπιστές της Πόλης, αλλά και διαμάχες, κυρίως μεταξύ Βενετών και Γενοβέζων.
3 Μαΐου 1453: Ένα μπριγκαντίνι, με πλήρωμα 12 άνδρες μεταμφιεσμένους σε Οθωμανούς εθελοντές, φεύγει από την Πόλη προς το Αιγαίο, ελπίζοντας ότι θα συναντήσει βενετικά πλοία που θα έσπευδαν σε βοήθεια
6-7 Μαΐου 1453: Νέες τουρκικές επιθέσεις, αποκρούονται. Διαπρέπει ο Έλληνας Ραγκαβής που έκοψε στα δύο τον σημαιοφόρο του σουλτάνου Αμίρ μπέη. Σύντομα όμως περικυκλώθηκε και σκοτώθηκε (Μπάρμπαρο, Σλαβικό Χρονικό).
Μέσα Μαΐου 1453: Ξεκινούν προσπάθειες εκσκαφής ορυγμάτων κάτω από τα τείχη. Ο Ζαγανός πασάς, χρησιμοποίησε επαγγελματίες υπονομευτές από τα ορυχεία ασημιού του Νόβο Μπρόντο στη Σερβία. Οι Βυζαντινοί, με επικεφαλής τον Γερμανό (;) Γιοχάνες Γκραντ και τον Λουκά Νοταρά, εξουδετερώνουν όλες τις υπόγειες επιθέσεις (16 – 23 Μαΐου).
(Μπάρμπαρο, Φραντζής, Λεονάρδος Χίου)
18 Μαΐου 1453: Ένας πύργος που προσπαθούν οι Οθωμανοί να “κολλήσουν” στα τείχη της Πόλης, καταστρέφεται από βαρελάκια με δυναμίτιδα που τοποθέτησαν κοντά του μερικοί Βυζαντινοί. Μαζί με τον πύργο, σκοτώνονται και όσοι βρίσκονταν σ’ αυτόν.
Την ίδια μέρα επιστρέφει το μπριγκαντίνι που είχε σταλεί στο Αιγαίο και αναφέρει στον αυτοκράτορα ότι δεν έρχεται καμία βοήθεια για την Πόλη (Μπάρμπαρο).
24 Μαΐου 1453: Σε λιτανεία στην Πόλη, γλιστρά η εικόνα της Θεοτόκου από το βάθρο όπου βρισκόταν.
Μόνο με πολύ μεγάλες προσπάθειες ξαναμπαίνει στη θέση της. Καταρρακτώδης βροχή, χαλάζι και ομίχλη οδηγούν στη διακοπή της λιτανείας. Κάποια περίεργα φώτα που εμφανίστηκαν γύρω από τον τρούλο της Αγίας Σοφίας και σε απόσταση, πίσω από τα οθωμανικά στρατεύματα (Μπάρμπαρο), δεν εξηγήθηκε ποτέ από πού προέρχονταν.
25 Μαΐου 1453: Ο Μωάμεθ συγκαλεί το μυστικοσυμβούλιο του. Προηγήθηκε μία αποτυχημένη προσπάθεια, μέσω του νεαρού αρνησίθρησκου Ισμαήλ, να πείσει τον Παλαιολόγο να παραδοθεί. Ο Χαλίλ, σχεδόν πείθει τον σουλτάνο να σταματήσει την πολιορκία, αλλά ο Ζαγανός πασάς και άλλοι στρατιωτικοί, επιμένουν. Ο Μωάμεθ συμφωνεί μαζί τους και ετοιμάζεται για την τελική επίθεση.
Σάββατο 26 – Κυριακή 27 Μαΐου 1453: Σφοδροί βομβαρδισμοί των τειχών. Οι υπερασπιστές της πόλης ωστόσο, στη διάρκεια της νύχτας, βοηθούμενοι κι από αμάχους επιδιορθώνουν τις ζημιές. Ελαφρύς τραυματισμός του Ιουστινιάνη, από ένα θραύσμα. Η πληγή του δένεται και επιστρέφει στα τείχη, όπου είχε διαπρέψει (Σλαβικό Χρονικό).
Δευτέρα 28 Μαΐου: Ημέρα ξεκούρασης για τους πολιορκητές. Ο Μωάμεθ ήθελε να είναι πανέτοιμοι για την επόμενη ημέρα.
Τρίτη 29 Μαΐου 1453: 1.30 π.μ. Ξεκινά η φοβερή επίθεση των Οθωμανών. Οι γενναίοι υπερασπιστές αντιστέκονταν με κάθε τρόπο. Ο Μωάμεθ έβλεπε ότι για μια ακόμη φορά δεν μπορούσε να επιβληθεί.